Προσφωνήσεις
Με οδύνη και πόνο φέρνουμε σήμερα στη μνήμη μας τις μέρες εκείνες του Ιούλη του 1974 όταν τα μαύρα σύννεφα της καταστροφής σκέπασαν τον Κυπριακό ουρανό.
Ο Ιούλης του 74 στιγμάτισε τη σύγχρονη ιστορία της Κύπρου και το «χρυσοπράσινο φύλλο ριγμένο στο πέλαγο», δέχτηκε το βίαιο πάτημα της μπότας του κατακτητή, έχοντας έκτοτε μια ανοικτή αιμορραγούσα πληγή να το σημαδεύει.
Το Δημοτικό Συμβούλιο του Δήμου Στροβόλου αποφάσισε την ονομασία του δρόμου που στεκόμαστε σήμερα σε οδό «Χρίστου Χριστοφίδη», ως ελάχιστο φόρο τιμής σε ένα από τους σύγχρονους ήρωες της ελευθερίας της πατρίδας μας.
Ο Χριστάκης Χριστοφίδης γεννήθηκε στις 2 Φεβρουαρίου του 1943 στο πλινθόκτιστο πατρικό του σπίτι, στην Κυρά Μόρφου. Ήταν το τρίτο στη σειρά παιδί, από τα επτά που απέκτησαν ο Σάββας Χ¨Χριστοφή (Ττοφαρή) και η Παναγιώτα Γεωργίου Παφίτη.
Η εποχή ήταν δύσκολη και η πολυμελής οικογένεια του Χριστάκη Χριστοφίδη ήταν περιορισμένων οικονομικών δυνατοτήτων. Οι πόροι προέρχονταν κυρίως από τη γεωργία και την κτηνοτροφία, αλλά και από την εργασία των δύο μεγαλυτέρων αδελφών του, της Κλεονίκης και της Χρυσάνθης. Τα υπόλοιπα παιδιά, ανάλογα με την ηλικία τους συμμετείχαν και συνεισέφεραν στις δουλειές του σπιτιού ή στις γεωργικές εργασίες.
Ο Χριστάκης ήταν ένα παιδί που ξεχώρισε για την ευγένεια και την καλοσύνη του. Σοβαρός και λιγομίλητος, εσωστρεφής και ντροπαλός, φιλήσυχος και εργατικός. Οι επαφές του με τους συγχωριανούς του περιορίζονταν στα άκρως απαραίτητα, (να πάρει ένα δανεικό ψωμί από μια γειτόνισσα, να εισπράξει τα μεροκάματα, να ψωνίσει από το μπακάλικο), με λόγια μετρημένα και λιγοστά. Αυτή η συμπεριφορά του, με την πρωτόγνωρη σοφία για την ηλικία του, του χάρισε μεγαλώνοντας την αγάπη, το σεβασμό και την εκτίμηση συγγενών, φίλων και συγχωριανών.
Πολύ αγαπητός ήταν και στα παιδιά της ηλικίας του και έτσι κατάφερε να έχει γύρω του ένα σημαντικό κύκλο φίλων, με τους οποίους μοιραζόταν ώρες χαράς και παιχνιδιού. Έπαιζαν διάφορα πρόχειρα και αυτοσχέδια παιχνίδια της εποχής, όμως το αγαπημένο του παιχνίδι ήταν το ποδόσφαιρο. Την αγάπη του αυτή την εκδήλωσε με τη συμμετοχή του αρχικά στην ποδοσφαιρική ομάδα του Πολιτιστικό-αθλητικού συλλόγου του χωριού του, Θ.Ο.Ι Κυράς ( Θρησκευτικό Ορθόδοξο Ίδρυμα) του οποίου υπήρξε ενεργό μέλος από ιδρύσεως του και ήταν βασικό στέλεχος της ποδοσφαιρικής ομάδας στη θέση του επιτελικού μέσου.
Ο συνεσταλμένος και ντροπαλός του χαρακτήρας δεν τον εμπόδισε να λαμβάνει μέρος στα καλλιτεχνικά δρώμενα του χωριού του, λαμβάνοντας μάλιστα μέρος στη θεατρική παράσταση του έργου «Εσμέ», υποδυόμενος τον ομώνυμο ρόλο, το γυναικείο ρόλο της πρωταγωνίστριας, αφού τα κορίτσια δεν συμμετείχαν.
Φοίτησε στο Δημοτικό Σχολείο Κυράς, από το 1950 έως το 1955 και στη συνέχεια στη Σχολή Σιλβέστρου, την ιδιωτική σχολή της Μόρφου, από το 1956 έως το 1959. Παρακολούθησε αργότερα νυχτερινά μαθήματα στην Τεχνική Σχολή Λευκωσίας, ώστε να μπορέσει να παρακαθίσει στις εξετάσεις για πρόσληψη στην ΑΤΗΚ.
Ο απελευθερωτικός αγώνας του 55-59, για αποτίναξη του αγγλικού ζυγού, τον βρήκε στην ηλικία των 12 χρόνων. Έγινε μέλος της μαθητικής οργάνωσης της Ε.Ο.Κ.Α. και συμμετείχε ενεργά σε δράσεις διαφώτισης με τη διανομή φυλλαδίων και καταγραφή συνθημάτων στους τοίχους. Τα φυλλάδια και τις μπογιές τα έκρυβε στο σπίτι του.
Κατά τη διάρκεια του αγώνα και ενώ ήταν μόλις 16 χρονών, έχασε τον πατέρα του. Ως ο μεγαλύτερος γιος της οικογένειας είχε πλέον την υποχρέωση να αναλάβει μεγαλύτερες ευθύνες απέναντι στην οικογένεια. Η μάνα του αδυνατούσε να εργαστεί, λόγω χρόνιου προβλήματος υγείας, έτσι ανέλαβε ο ίδιος και οι μεγαλύτερες αδελφές του, η Κλεονίκη και η Χρυσάνθη, να εξασφαλίζουν τα απαραίτητα για τη διατροφή, την ανατροφή, την εκπαίδευση και την αποκατάσταση των μικρότερων αδελφιών του.
Είχε πάρει το ρόλο του στα σοβαρά, όπως κάθετι που αναλάμβανε στη ζωή του και έγινε πολύ αυστηρός με τα αδέλφια του, χωρίς όμως να είναι άδικος. Τα συμβούλευε και τα καθοδηγούσε.
Ακαταπόνητος δουλευταράς, παρά τις δυσκολίες, κατάφερε να αγοράσει γη, την οποία χώρισε σε οικόπεδα για να λύσει ο ίδιος το στεγαστικό του πρόβλημα, κτίζοντας το σπίτι του, αλλά και για να υποστηρίξει τις μικρότερες αδελφές του. Έτσι όταν η μικρή του αδελφή, η Σοφία, ήταν σε ηλικία γάμου βοήθησε να πετύχει το συνοικέσιο και βοήθησε οικονομικά ώστε να κτίσει το σπίτι της και να στεγάσει την οικογένεια της.
Τον Ιούνιο του 1964 κατατάγηκε στην Εθνική Φρουρά στο 206 Τάγμα Πεζικού στο Τρίκωμο, όπου έγινε η βασική εκπαίδευση. Τον Αύγουστο του ίδιου χρόνου συμμετείχε στις μάχες της Τυλληρίας, όπου και τραυματίστηκε σοβαρά στο πόδι, λίγο κάτω από το αριστερό του γόνατο.
Επαγγελματικά είχε αποκατασταθεί στην ΑΤΗΚ, όπου μονιμοποιήθηκε στην ηλικία των 25 ετών, αφού είχε πρώτα περάσει από διάφορες εργασίες και απέτυχε να προσληφθεί στην Αστυνομία, λόγω ύψους.
Εργατικός και φιλότιμος, με γνώσεις της αγγλικής γλώσσας αλλά και κάτοχος διπλώματος οδήγησης (σημαντικό προσόν της εποχής), κατάφερε να ανελιχθεί στη θέση του Τεχνικού, στην Τεχνική Υπηρεσία της ΑΤΗΚ, αφού είχε παρακαθίσει στις σχετικές απαραίτητες εξετάσεις.
Το 1972, σε ηλικία 29 χρόνων, γνώρισε μέσω συνοικεσίου και αρραβωνιάστηκε με τη Μάρω Ττοουλαρά από τη Μόρφου, το 1973 παντρεύτηκαν σε εκκλησία της Μόρφου και κατοίκησαν στην Κυρά.
Ο σύντομος έγγαμος βίος του κυλούσε ήρεμα. Ο Τάκης, όπως τον φώναζαν η οικογένεια και οι φίλοι του, αγαπούσε τη μουσική, τον κινηματογράφο και τη θάλασσα, ενώ είχε και αγάπη για το ποδόσφαιρο (όντας παλιός ποδοσφαιριστής και ο ίδιος) και ήταν οπαδός του Ολυμπιακού Λευκωσίας, του οποίου παρακολουθούσε αγώνες, όποτε του δινόταν ευκαιρία.
Η οικογενειακή ευτυχία ολοκληρώθηκε στις 20 Ιουνίου 1974 όταν, σε ιδιωτική κλινική στη Μόρφου, γεννήθηκε ο μοναχογιός του. Το παιδί θα έπαιρνε το όνομα Σάββας, τιμώντας έτσι τον παππού του, τον πατέρα του Τάκη, τον οποίο όλη η οικογένεια στερήθηκε από πολύ νωρίς. Με την απώλεια του πατέρα του όμως, του έδωσαν το όνομα Χρίστος, προς τιμή του.
Δεν κράτησαν πολύ όμως οι οικογενειακές χαρές αφού ένα μήνα αργότερα τις διέκοψε η τουρκική εισβολή. Την ημέρα εκείνη, στις 20 Ιουλίου 1974, ο Χρίστος Χριστοφίδης βρισκόταν με την οικογένεια του στο χωριό του. Του ζητήθηκε να παρουσιαστεί στη Λευκωσία και από εκεί τον έστειλαν, μαζί με άλλους συναδέλφους του, στο παράρτημα της ΑΤΗΚ κοντά στο άγαλμα του Μάρκου Δράκου. Ένα σημείο πολύ επικίνδυνο, αφού οι Τούρκοι βομβάρδιζαν την περιοχή του Νοσοκομείου και της εντός των τειχών Λευκωσίας.
Αυτή έμελλε να είναι η τελευταία του υπηρεσιακή αποστολή, αφού στις 4.30 το απόγευμα τραυματίστηκε θανάσιμα από θραύσμα όλμου, που τον πέτυχε ακριβώς στην καρδιά.
Η ξαδέλφη του, Σταυρούλα Χρυσοστόμου, που εργαζόταν ως νοσοκόμα στο Γενικό Νοσοκομείο Λευκωσίας, ήταν αυτή που τον αναγνώρισε και το τελευταίο δικό του άτομο που τον είδε, έστω και νεκρό. Αυτή είναι που πήρε και τα προσωπικά του αντικείμενα, την ταυτότητα του, την αρραβώνα του και το ρολόι του. Τα κράτησε για να τα δώσει στον υιό του, αλλά δυστυχώς έμειναν στο χωριό, μαζί με όλα τα άλλα.
Ο Χριστάκης τάφηκε σε ομαδικό τάφο, στο κοιμητήριο Κωνσταντίνου και Ελένης στη Λευκωσία, χωρίς την παρουσία της οικογένειας του.
Το σαρανταήμερο μνημόσυνο του έγινε στο χωριό του, πριν καταληφθεί κι αυτό από τους τούρκους, στις 14 Αυγούστου 1974. Τα επόμενα μνημόσυνα στη Λεμεσό, όπου προσφυγοποιήθηκε η οικογένεια του. Αργότερα η σύζυγος του Μάρω έμαθε που ήταν περίπου ο τάφος του και τον επισκεπτόταν μόνη της. Μετά από παρέλευση δύο χρόνων ενημερώθηκε και η υπόλοιπη οικογένεια, η μάνα και τα αδέλφια του και έκτοτε τελείται το μνημόσυνο και τρισάγιο στο Κοιμητήριο Κωνσταντίνου και Ελένης.
Με τη μέθοδο του DNA, πριν από 16 χρόνια έγινε ανασκαφή στον ομαδικό τάφο και ταυτοποιήθηκαν τα οστά του Χριστάκη Χριστοφίδη, από τη σύζυγο του το γιο του και τα αδέλφια του. Ακολούθησε η κηδεία του παρουσία των συγγενών του, του Προέδρου της Βουλής, βουλευτών, εκπροσώπων κομμάτων και στρατιωτικού αγήματος.
Ο Χριστάκης Χριστοφίδης θα μπορούσε σήμερα να είναι ζωντανός, να είναι ανάμεσα μας και να χαίρεται την οικογένεια του και να καμαρώνει το μοναχογιό του. Ακολούθησε, όμως, το δρόμο του καθήκοντος και της ευθύνης, το δρόμο που οι αρχές και οι αξίες του, του επέβαλαν.
Προσέφερε τον εαυτό του για τις ανάγκες της υπηρεσίας και της πατρίδας και αυτή του την απόφαση την πλήρωσε με τη ζωή του, έγινε όμως φάρος φωτεινός για να καθοδηγεί εμάς και τις επόμενες γενιές στο δρόμο του καλού, στο δρόμο της φιλοπατρίας, στο δρόμο της ευθύνης και του καθήκοντος.
Τιμούμε σήμερα τον Χρίστο Χριστοφίδη και στο πρόσωπο του τιμούμε όλους εκείνους που έδωσαν τη ζωή τους για την ελευθερία της πατρίδας μας. Τιμούμε, ταυτόχρονα, τις οικογένειες τους που καρτερικά υπέμειναν ή υπομένουν τη δικαίωση για να μη πάει χαμένη η θυσία των ανθρώπων τους.
Η ονομασία αυτής της οδού θα κρατήσει αιώνια τη μνήμη του και θα θυμίζει σε όλους μας πως «αν είναι να αποθάνεις για την πατρίδα, θεία είναι η δάφνη που θα σε στεφανώσει».
Δρ Λάζαρος Σ Σαββίδης
Δήμαρχος Στροβόλου